Κυριακή 18 Αυγούστου 2013

Το εγχειρίδιο του καλού... οικονομικού μετανάστη






    Κάποιος πρέπει να αναλάβει να γράψει το… εγχειρίδιο του καλού μετανάστη! Ευτυχώς που στην εποχή του διαδικτύου, μπορούμε όλοι να αναζητούμε εκεί πληροφορίες και να επικοινωνούμε εύκολα και γρήγορα. Πηγαίνεις όμως σε μία άγνωστη χώρα κι αν δεν έχεις κάποιους ανθρώπους που εμπιστεύεσαι να σε καθοδηγήσουν, το σοκ είναι πολύ δυνατό. Κάποιοι τα παρατούν και επιστρέφουν, κάποιοι πιο ικανοί καταφέρνουν να βρουν μόνοι τους το δρόμο για την επιτυχία. Η μοναξιά και το άγνωστο είναι κακοί σύμβουλοι. Σίγουρα οι απογοητεύσεις και τα αδιέξοδα είναι καθημερινές εμπειρίες.   

    Από την αρχή μου έκαναν εντύπωση στη Νορβηγία τα παράθυρα. Συνήθως βλέπεις στα σπίτια μεγάλα και πολλά παράθυρα με λουλούδια στο εσωτερικό περβάζι (συνήθως ορχιδέες) και σίγουρα μία λάμπα αναμένη. Στην Ελλάδα φοβόμαστε τα πολλά ανοίγματα στα σπίτια μας κυριώς για να μην έχουμε απώλειες θερμότητας το χειμώνα. Τι να πουν όμως και οι Νορβηγοί που το μεγαλύτερο μέρος του χειμώνα βιώνουν θερμοκρασία κάτω από τους -10 βαθμούς Κελσίου. Στα παράθυρα δεν υπάρχουν σιδεριές απ' αυτές που βάλαμε εμείς τη δεκαετία του 90 για τον φόβο των Αλβανών, ούτε καν πατζούρια! Μόνο κάποια στόρια, έσωτερικά ή εξωτερικά για τον ήλιο τους θερινούς μήνες.  Επίσης μου έκανε εντύπωση ότι όλοι σχεδόν έχουν τα ίδια παράθυρα! Λευκά, ξύλινα με τον ίδιο μηχανισμό ανάκλισης προς τα επάνω και συνήθως με το ίδιο πόμολο που έχει χαραγμένο πάνω του ένα Η! Δυστυχώς εδώ δεν υπάρχει πλουραλισμός πολλών εταιρειών που να φέρνουν  διαφορετικές φίρμες στην εγχώρια αγορά. Έχουν επικρατήσει μονοπωλιακά λίγοι μεγάλοι, οι οποίοι εκτόπισαν τους μικρούς. Το ίδιο βλέπει κανείς στα είδη ένδυσης αλλά και διατροφής. 
Η ματιά του τουρίστα

    Αυτά τα παράθυρα όμως που περιέγραψα σαν ανοιχτά μάτια στα εύγλωτα βλέμματα των κτηρίων,  είναι τα παράθυρα του τουρίστα. Εκτός από αυτά υπάρχουν και τα παράθυρα του απογοητευμένου οικονομικού μετανάστη που έχει κουραστεί να είναι arbeidssøker (αναζητών εργασία). Αυτός ο σκοτεινός τύπος περιφέρεται στους δρόμους ανίκανος να κατανοήσει πώς κανείς δεν του δίνει μια δουλειά. Δεν θέλει τίποτα άλλο από μία δουλειά. Το βασίλειό του για μία δουλειά. Θα κάνει τα πάντα για μία δουλειά, για όποια δουλειά. Μια ευκαιρία ζητάει μόνο κι η χώρα όλη μοιάζει να έχει συνωμοτήσει εναντίον του. Καθώς αυτός περιφέρεται στους δρόμους, από τα παράθυρα μπορεί να παρατηρήσει όλους τους… "ευτυχείς" εργαζόμενους. Καθένας που δουλεύει είναι ευτυχής! Τα φωτεινά παράθυρα στους σκοτεινούς δρόμους δεν είναι παρά μια γλώσσα που του βγάζει σύσσωμη όλη η τοπική κοινωνία. Η αντίθεση τού μέσα από το έξω δημιουργεί απογοήτευση που μπορεί να οδηγήσει μερικές φορές στο φθόνο και στην εκδίκηση. Στο εγχειρίδιο λοιπόν του καλού μετανάστη, έχω να προσθέσω και το κεφάλαιο του απογοητευμένου άνεργου, που φυσικά δεν διάβασα σε κάποια τεχνοκρατική μελέτη, αλλά βίωσα εγώ ο ίδιος προσωπικά. 

Το άϋλο φάντασμα του μπογιατζή
   Στη συνέχεια βίωσα τα παράθυρα του ευτυχή εργαζόμενου. Όταν επιτέλους έπιασα δουλειά, ήμουν ο πιο ευτυχής άνθρωπος στη χώρα. Συχνά έβαφα, μάλιστα μερικές φορές έβαφα… παράθυρα! Τα παράθυρα που έβαφα μου τραγουδούσαν, χόρευαν στους ρυθμούς της μουσικής που σιγοσφύριζα. 
Στο ipod μου που μου κάνει συντροφιά τις ατέλειωτες ώρες της δουλειάς, έχω δημιουργήσει μια playlist (spilleliste στα Νορβηγικά), που την ονόμασα "τραγούδια ξενιτιάς". Τα τραγούδια που γράφτηκαν άλλες εποχές για να εκφράσουν τη νοσταλγία των ξενητεμένων της μεταπολεμικής εποχής παρηγόρησαν τότε τους φτωχούς "φτωχολογιά για σένα κάθε μου τραγούδι" και τους μοναχικούς νοσταλγούς της πατρίδας από την οποία βίβαια ξερριζώθηκαν. Βλ. "Αχ Μαρία!", "έχω ένα καφενέ", "μη μου θυμώνεις μάτια μου" κοκ. Καθώς ένα νέο κύμα μετανάστευσης, γιγαντώνεται τα τελευταία χρόνια, χρειαζόμαστε την αντίστοιχη τεχνογνωσία, την αντίστοιχη κουλτούρα μετανάστευσης που να ταιριάζει στα σύγχρονα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα. Ήδη η λογοτεχνία αρχίζει να καταγράφει αυτές τις νέες εμπειρίες, τις τόσο πρωτόγνωρες για τη γενιά μας. Δεν θα αργήσει και το τραγούδι να τις ξαναεκφράσει. 
Μια άλλη spilleliste την ονόμασα "Η Ελλάδα με πληγώνει" και περιέχει όλες εκείνες τις φωνές από το παρελθόν ακόμα που καυτηρίασαν τα κακώς κείμενα του έθνους μας και κατά κάποιο τρόπο προέβλεψαν τη σημερινή μας κατάντια. Μερικά από τα τραγούδια που περιέχονται εκεί είναι: "Ελλάδα η χώρα…" "κωλοέλληνες", "Θα μας πούνε και μαλάκες", "σ' αυτόν τον τόπο", "να δεις τι σου 'χω για μετά" κ.α.
Πόσες φορές δεν έβαφα υπό τη μουσική υπόκρουση Ελληνικών τραγουδιών αλλά και ξένων όπως το "pictures of the moon" ή και κλασσικής μουσικής, κυρίως Μπάχ ή Χαίντελ που αγαπώ ιδιαίτερα. Σκεφτόμουν ότι αυτά τα παράθυρα που είχανε την τύχη να βαφτούν υπό τους ήχους τέτοιας θεϊκής μουσικής, δεν μπορεί παρά να χορεύουν και να τραγουδούν στους περαστικούς. 

κοπιαστικές οι σκαλωσιές της αναρρίχησης...
   Τέλος τα παράθυρά μου μεταλλάχτηκαν! Στο επόμενο στάδιο του εγχειριδίου του οικονομικού μετανάστη, έρχεται η κόπωση. Τώρα πια μέσα από τα παράθυρα βλέπεις ένα κόσμο να κινείται στην καθαριότητα και τη ζέστη, ενώ εσύ είσαι στο κρύο και λερωμένος με κάθε είδους μπογιές. Έχεις ξεχάσει πια το πάθος για μία δουλειά, για μία όποια δουλειά. Νιώθεις πάλι προδομένος και περιθωριοποιημένος. Οι άλλοι αμείβονται καλά, δουλεύουν και πίνουν τον καφέ τους σε ένα αξιοπρεπές προστατευμένο περιβάλλον, ενώ εσύ είσαι απ' έξω, πάντα απ' έξω. Μπορείς να κοιτάς μόνο κλεφτά μέσα. Οι από μέσα δεν σου ρίχνουν ούτε ματιά. Μια φορά έβαφα το παράθυρο μιας διευθύντριας. Ήταν μέσα στο γραφείο της, στα χαρτιά της και στο κομπιούτερ της κι όση ώρα έβαφα απ' έξω και κοιτούσα, δεν μου έριξε ούτε μια ματιά. Ξέρω ότι δεν είμαι κανένας όμορφος! Αλλά το θέμα δεν είναι αυτό. Είμαι το αναγκαίο κακό, ο ενοχλητικός που πάει πακέτο με το κτήριο, είμαι ο υπηρέτης που πρέπει να κάνει τη δουλειά του γρήγορα και να φύγει από τα πόδια των άλλων για να μην ενοχλεί. Ο υπηρέτης πρέπει να κάνει τη δουλειά του αποτελεσματικά αλλά και στην αφάνια. 
Εδώ οι απογοητευτικές σκέψεις επιστρέφουν. Τώρα τα παράθυρα γίνονται πάλι ένα σύνορο αλλά και η κοροϊδευτική γλώσσα όλης της κοινωνίας που ξανασυνωμοτεί! Τα παράθυρα του περιθωριοποιημένου χειρωνάκτη! Από μέσα σου βράζεις: Ξέρεις ποιος ήμουνα εγώ!

Πίσω από το δικό μου παράθυρο...
   Θεέ μου, τι θέλουμε επιτέλους εμείς οι άνθρωποι! Έχω φάει την ανέχεια με το κουτάλι από μικρός. Έχω βιώσει την επιτυχία, έχω φτάσει ποθητές κορυφές και ξαναβιώνω την αφάνια κι ανυποληψία. Τι αναζητούμε; Ένα απλό δικαίωμα στη ζωή; Την επιτυχία, ποιού είδους επιτυχία; Πότε αποφασίζει κανείς ότι αρκεί η αναρρίχηση; Μου αρκεί που ζω και αναπνέω. Μου αρκεί που έχω να φάω και κάπου να μείνω. Δουλεύω αρκετά και κουραστικά, συχνά αναρωτιέμαι αν ζω για να δουλεύω ή αν δουλεύω για να ζω, αλλά τα σαββατοκύριακα έχουν πια αξία. Ήμουν αφεντικό και είμαι παραπαίδι, μπορώ όμως να ζω χωρίς άγχος, δεν θέλω να κατακτήσω τίποτα, ή να αποδείξω τίποτα. Γυρνώντας στο σπίτι δεν βρίσκω εκεί τη δουλειά μου, την κλειδώνω απ' έξω και ζω για μένα και αναλογίζομαι απλώς γιατί υπάρχω, γιατί ζω, τι κάνω εδώ. Εδώ σ' αυτή τη δουλειά, σ' αυτή τη χώρα, σ' αυτό τον πλανήτη, σ' αυτή την ύπαρξη. 
   Όταν ξαλάφρωσα από το βάρος αναζήτησης δουλειάς και χαρούμενος έπιασα το πινέλο, αποφάσισα να αφιερώσω τις ατέλειωτες ώρες μου σκαλίζοντας την ως τώρα διαδρομή μου, την ως τώρα ζωή μου λεπτό προς λεπτό. Προσπάθησα να θυμηθώ συναισθήματα, μυρωδιές, εικόνες και εντυπώσεις από τα παιδικά μου χρόνια μέχρι σήμερα. Δεν βρήκα τίποτα! Απλώς ενδιαφέρουσες στιγμές, ενδιαφέροντα συναισθήματα και εμπειρίες. Τι έψαχνα; Πάντα ήθελα να μπορούσα με ένα σακίδιο στον ώμο να γυρίσω όλο τον κόσμο και να γνωρίσω όλους τους ανθρώπους, έναν, έναν, από κοντά. Εκ του ασφαλούς όμως! Η αναζήτηση της επιτυχίας δεν μας ξεδιψάει ποτέ, είναι ακόρεστη. Η δημιουργία, η επιτυχία μου δίνει ικανοποίηση, αλλά δεν είναι αυτοσκοπός είναι απλώς ένα μέσο. Θέλω απλώς να ζήσω λίγο συναισθανόμενος την κάθε μου αναπνοή, αναλογιζόμενος την κάθε καθημερινή και αναλώσιμη μέρα. Σ' αυτό το ταξίδι θέλω να ρουφήξω όλη τη θέα έξω από το παράθυρο του τραίνου που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Κοιτάζω και αναρωτιέμαι γιατί είμαι ο μόνος που ενδιαφέρεται για τον προορισμό του ταξιδιού. Έχω σταματήσει πια να το συζητάω. Τέτοιες συζητήσεις σου κολλούν στο μέτωπο την ετικέττα του παράφρονα. 
Απ΄ το παράθυρο του τραίνου μου... 
   Δεν με νοιάζει πια αν το βαγόνι μου από το οποίο κόλλησα τη μύτη μου στο τζάμι λέγεται Νορβηγία. Βλέπω κάτω το ίδιο χώμα, πάνω τον ίδιο ουρανό με τον ίδιο ήλιο και το ίδιο φεγγάρι. Τα πουλιά στα κλαδιά δεν είναι Νορβηγικά, δεν τραγουδούν σε άλλη γλώσσα. Ταξιδιώτης στην ίδια ζωή και στην ίδια γή, στην ίδια ανθρώπινη μοίρα, απλώς κοιτώ απ' το δικό μου παράθυρο, με τα δικά μου γυαλιά, το τοπίο που φεύγει...