Οι οικονομικοί μετανάστες σαν την αφεντιά μου,
περνούν συνήθως τις παρακάτω φάσεις του πολιτισμικού και ψυχολογικού σοκ:
- Τη φάση του ανέμελου και περίεργου τουρίστα.
- Τη φάση της απογοήτευσης του φτωχού συγγενή-απόβλητου
- Τη φάση του θυμού μετά οργής.
- Τη φάση του συμβιβασμού με τη νέα πραγματικότητα.
- Τη φάση της νέας ελπίδας, που γεννά ψυχωμένη προσπάθεια.
Εγώ στο Kristiandand πέρασα κυρίως την πρώτη και δεύτερη φάση. Ήμουν ο ενθουσιασμένος τουρίστας. Μικρά πράγματα δημιουργούσαν μέσα μου έντονες εντυπώσεις, καθώς αυτά συγκρίνονταν άμεσα με τις φρέσκιες εντυπώσεις από την Ελλάδα.
Εδώ νιώθω απελευθερωμένος από τα καυσαέρια, τους θορύβους και τους εκνευρισμούς των Ελληνικών μεγαλουπόλεων. Σπάνιως θα δει κανείς αστυνομικούς στους δρόμους. Τα πεζοδρόμια είναι ελεύθερα από οχήματα και τα μποτιλιαρίσματα σχεδόν ανύπαρκτα. Κολώνες με ακαλαίσθητα καλώδια δεν υπάρχουν. Οι κολώνες ηλεκτροφωτισμού έχουν και διακοσμητικό ρόλο. Η αισθητική της πόλης ξεκουράζει τη ματιά μου και το πνεύμα μου. Περιδιαβαίνω τους δρόμους και απολαμβάνω τη νέα εμπειρία.
Τα μικρά καταστήματα στο Kristiansand φθίνουν συνεχώς. Κυρίως ο κόσμος εδώ ψωνίζει από συγκεκριμένες αλυσίδες καταστημάτων που τελικά επιβάλλονται στην αγορά μονοπωλιακά. Μαζί με τα μικρά καταστήματα χάνεται και η προσωπική επαφή. Γενικά δεν υπάρχουν μανάβικα, κρεοπωλεία και ζαχαροπλαστεία. Τα εστιατόρια, φαστ φουντ και καφετέριες δεν είναι πάμπολλα όπως στην Ελλάδα και μάλιστα από μια ώρα και μετά κλείνουν, οπότε σου απομένει μόνο το ...παγκάκι ή το σπίτι! Εδώ αγαπούν πολύ τα χοτ ντογκ, φυσικά δεν υπάρχει ο γύρος ή το σουβλάκι και τρελαίνονται για παγωτά. Στους κεντρικούς πεζοδρόμους σπάνια θα συναντήσω μη Νορβηγούς τουρίστες. Έλληνες όμως ποτέ. Στην κεντρική πλατεία συχνά στήνεται παζάρι με λαϊκά προϊόντα. Είχε πολύ πλάκα να παρατηρείς μελλόνυμφους που οι φίλοι τους τους περιέφεραν στο κέντρο, απαιτώντας τους να κάνουν κάτι γελοίο. Κάποιους τους έβαζαν να παίζουν μουσική ή να χορεύουν σαν περιφερόμενοι χίπυς ή ξεπεσμένοι αρτίστες. Μια κοπέλα με ένα φαλλό στο κεφάλι, υποχρεώνονταν από τις φίλες της να χορεύει σαν στριπτιζέζ, επί χρήμασι για τους περαστικούς κοκ.
Πέτυχα επίσης και απεργία, πράγμα σπάνιο όπως μου είπαν. Οι απεργοί ήταν υπάλληλοι του δήμου. Φορούσαν πορτοκαλί μπλουζάκια που έγραφαν ότι είναι απεργοί και κάθονταν έξω από τις υπηρεσίες τους πίνοντας καφέ και συζητώντας. Διοργάνωσαν και ομιλία στην πλατεία χωρίς ιδιαίτερη φασαρία όμως.
Τα τσιγάρα και τα οινοπνευματώδη, υφίστανται έναν ιδιότυπο διωγμό. Τα τσιγάρα στα καταστήματα είναι κρυμμένα και πρέπει να τα ζητήσειςαπό τον υπάλληλο για να τα δεις. Τα οινοπνευματώδη μάλιστα δεν πωλούνται ελεύθερα. Μόνο τα κρατικά καταστήματα που ονομάζονται ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ, τα διαθέτουν στο κοινό. Μπορεί να βρει κανείς μπύρες στα σούπερ μάρκετ αλλά επιτρέπεται η αγορά τους μέχρι τις 8.00μμ. τις καθημερινές και 6.00μμ τα Σάββατα.
Οι εξώπορτες έχουν και …πόμολο και μάλιστα ανοίγουν συνήθως προς τα έξω, όπως επιβάλλεται από τους κανόνες ασφαλείας! Οι αυλές δεν χρειάζεται να είναι περιφραγμένες, κανείς δεν θα σου πειράξει τα πράγματά σου. Δεν υπάρχουν δημοτικοί κάδοι σκουπιδιών, κάθε σπίτι έχει τρεις κάδους: Ένας για υπολείμματα τροφίμων, ένα για χαρτιά κι ένα για τα υπόλοιπα απορρίματα.
Οι κύκνοι στη θάλασσα αιχμαλώτησαν το φακό της φωτογραφικής μηχανής μου. Γεμάτο το λιμανάκι της πόλης από πλεούμενα ελεύθερου χρόνου. Πιο εκεί υπάρχει και αμμουδιά που ο κόσμος κάνει μπάνιο, μέσα στον κεντρικό τομέα της πόλης.
Έκανα πολλά χιλιόμετρα με ποδήλατο στο μεγάλο δίκτυο ποδηλατοδρόμων που χρησιμοποιείται και για τζόγκινγ, πλάι στους αυτοκινητόδρομους και έχουν επαρκή σηματοδότηση και αποκλειστικές γέφυρες όπου χρειάζεται.
Μέσα στο δάσος υπάρχουν προσεγμένα μονοπάτια για περιπάτους που τίμησα δεόντος τις ώρες της μοναξιάς και της περισυλλογής.
Πόσο όμως μπορείς να παρατηρείς τον κόσμο με τα γυαλιά του τουρίστα; Καθώς η γλώσσα μού αντιστέκεται σθεναρά και οι απαντήσεις στις αγγελίες αναζήτησης εργασίας έρχονται πάντα αρνητικές, ο ενθουσιασμός υποχωρεί. Τώρα πια είμαι ο ανεπιθύμητος φτωχός συγγενής. Τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα όσο τα περίμενα. Υπάρχει ένας γυάλινος τοίχος μεταξύ εμού και της ευημερούσας Νορβηγικής κοινωνίας που πρέπει να σπάσω, αλλά δεν ξέρω πώς. Άνεργοι, φτωχοί, περιθωριακοί δεν πέφτουν στην αντίληψή μου, ακόμα και από τους κύκλους των μεταναστών. Μόνο μία δύο Ρουμάνες ζητιάνες στο κέντρο αποτελούν την εξαίρεση.
Νιώθω πιο κοντά σ' αυτές παρά στους ανέμελους Νορβηγούς. Εμείς στεκόμαστε έξω από το γυάλινο τοίχο και τους κοιτούμε ζηλότυπα. Αρχίζω να εμπεδώνω ότι ποτέ δεν πρόκειται να γίνω μέλος του… κλαμπ. Η πρώτη τράπεζα στην οποία ζητώ να ανοίξω λογαριασμό με απορρίπτει απαξιωτικά. Μα ούτε τα λεφτά μου δεν θέλουνε; Στην κρατική υπηρεσία απασχόλησης, περίθαλψης κτλ NAV είναι τυπικά ευγενικοί αλλά δεν βοηθούν ουσιαστικά. "Μπορείτε να με βοηθήσετε να βρω δουλειά" τους ρωτώ. "Όχι" μου απαντούν ξερά. "Μπορείτε να με βοηθήσετε να μάθω τη γλώσσα" ρωτώ. "Όχι" μου απαντούν σταθερά. Βοηθούντος και του καλοκαιριού, μέσα σε ένα εντυπωσιακό κτήριο οι υποθέσεις κυλούν ράθυμα. Τώρα πια θέλω να το βάλω στα πόδια. Πώς να γυρίσω όμως, οι γέφυρες πίσω μου είναι γκρεμισμένες. Τι να κάνω στην Ελλάδα με τις μηδενικές ευκαιρίες απασχόλησης! Εδώ οι ευκαιρίες υπάρχουν, δεν προσφέρονται όμως σε μένα. Φίλοι μού προτείνουν ακόμα και να ζητήσω να δουλέψω δωρεάν, με αντάλλαγμα την ταχύτερη εκμάθηση τη γλώσσας σε εργασιακό περιβάλλον και την εργασιακή εμπειρία που θα βοηθήσει στη συνέχεια στις επόμενες αιτήσεις εργασίας. Όλα αυτά όμως προϋποθέτουν ότι πρέπει να μείνω εδώ για πολύ καιρό ακόμα, ξοδεύοντας τα τελευταία μου χρήματα, με ελάχιστες πιθανότητες να βρεθεί κάποια πηγή εισοδήματος. Μοναξιά, απόρριψη, μελαγχολία σε ένα ολόφωτο περιβάλλον. Στην Ελλάδα είμαι ο αποτυχημένος. Για κάποιους ίσως αυτός που το έσκασε στο εξωτερικό για να …φάει τα κλεμμένα, αυτά που τόσα χρόνια κέρδισε στο χορό των εκατομμυρίων!!! Σε κάθε περίπτωση ήμουν εργοδότης, επαγγελματίας, άρα εξ' ορισμού κακός! Εκμεταλλευτής, λαμόγιο, πρώην αφεντικό που πρέπει να… πληρώσει, καταχραστής και μέλος του σάπιου συστήματος. Μόνο η τιμημένη εργατιά και η φτωχή αγροτιά αξίζουν συμπαράσταση! Δούλεψα συχνά πέραν του 12ωρου χωρίς βέβαια κάποιος να με αμοίψει παραπάνω, έτρεξα, αγωνίστηκα, ρίσκαρα, πρόσφερα φτιάχνοντας κάτι από το μηδέν και να που τώρα που μου τράβηξαν το χαλί κάτω από τα πόδια, μου ζητάνε και τα ρέστα. Φυσικά μου ζητούν, φόρους, εισφορές, δόσεις, που μπορώ και πρέπει να πληρώσω εφόσον έχω στοιχειώδες εισόδημα. Όταν τα έσοδα υπολείπονται των εξόδων λόγω της κρίσης που μαστίζει το αγοραστικό κοινό και οι τράπεζες αντί να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν, ανεβάζουν τα επιτόκια, από πού να πληρωθούν τα οφειλόμενα. Να πουλήσεις την περιουσία σου και να πληρώσεις! Μάλιστα. Έχω ένα σπίτι για το οποίο πρέπει -αν και δεν μπορώ πλέον- να πληρώνω τη δόση του στεγαστικού δανείου, πώς να το πουλήσω που δεν μου ανήκει, ποιος να βρεθεί να το πάρει τέτοια εποχή και μάλιστα σε τιμή ίση ή μεγαλύτερη του οφειλόμενου κεφαλαίου; Έχω κι ένα σχεδόν καινούργιο αυτοκίνητο που μόλις ξεχρέωσα, μόνο που κανείς δεν δέχεται να πάρει στη μισή τιμή! Στις ευνοϊκές ρυθμίσεις χρεωμένων δεν μπορώ να υπαχθώ διότι ανήκω στην προνομιακή κατηγορία των επιχειρηματιών κι όχι των μισθοδοτούμενων!!! Για τον ίδιο λόγο δεν μπορώ να πάρω επίδομα ανεργίας αν και δεν έχω πλέον δουλειά. Ακόμα και για να κλείσω τη δουλειά μου πρέπει να πληρώσω τόσα που αν τα είχα δεν θα την έκλεινα… Ξέρω ότι κάποιοι φαντάζονται ότι έχω βγάλει στο εξωτερικό τα εκατομμύρια της ζωής μου και ζω ζωή χαρισάμενη. Δεν θα άλλαζε τίποτα αν αυτοί μάθαιναν την αλήθεια, θα ήμουν γι' αυτούς άξιος της μοίρας μου, "καλά να πάθει" θα έλεγαν", "ας πρόσεχε", "όταν τα έπαιρνε ήταν καλά;"
Αυτά από την… "πατρίδα". Εδώ δεν αντιμετωπίζω προσωπικά περιφρόνηση ή προκατάληψη. Βλέπω όμως στα πρόσωπα των συνομιλητών μου τη συλλογική προκατάληψη ενάντια στο λαό που έτρωγε και έκλεβε ασύστολα. Που δεν πλήρωνε φόρους -πράγμα ασυγχώρητο για το μέσο Νορβηγό- ενώ έπαιρνε παράνομα επιδοτήσεις. Οι ειδήσεις βλέπετε μετέφεραν αυτούσια τα "κατορθώματά μας", σε όλα τα πλάτη της γης.
Όταν ένας γνωστός γνωστού μού πρόσφερε δουλειά σε μια ανακαίνιση καταστήματος, ένιωσα σαν να κέρδισα το λαχείο κι ας ήτανε μόνο για λίγες μέρες. Ντύθηκα τη φόρμα μου και πήγα. Τότε ήταν που έμαθα ότι ο "άγγελός μου" μου είχε εξασφαλίσει μόνιμη εργατική δουλειά. Είχα ανακαινίσει το δικό μου κατάστημα επτά φορές αν θυμάμαι καλά. Πάντα με μεράκι και ελπίδες για κάτι καλύτερο, όχι μόνο από έσοδα, αλλά και για ένα ανώτερο επίπεδο στη ζωή του τόπου μου. Την τελευταία φορά μάλιστα και ελλείψει χρημάτων, την ανακαίνηση την είχα κάνει σχεδόν μόνος μου. Δούλεψα κι εδώ με το πάθος του διψασμένου για δουλειά. Του μετανάστη που περιφρόνησαν με την απόρριψή τους. Με τη δίψα της αναγνώρισης έστω κι ως ανειδίκευτου μάστορα! Από ένα παράπλευρο συνεργείο μου ζήτησαν να δουλέψω στη συνέχεια σ' αυτούς. Όμως η μόνιμη δουλειά ήδη με περίμενε κι είχα για πρώτη φορά την ευκαιρία να απορρίψω μία πρόταση. Αυτός κι αν ήταν κατάκτηση!
Όταν αυτές οι εργασίες τελείωσαν, μάζεψα τα πράγματά μου κι ετοιμάστηκα να ταξιδέψω για τον τόπο που θα μπορούσα να εγκατασταθώ πλέον ως μόνιμος εργαζόμενος της Νορβηγικής κοινωνίας …στις οικοδομές.
Μάζεψα τα λιγοστά πράγματά μου στη βαλίτσα, αποχαιρέτησα τους φίλους που με αγάπησαν και μου συμπαραστάθηκαν στο Kristiansand και πήρα το τραίνο προς Oslo. Το καλοκαίρι τέλειωνε. Ανάμεσα από λίμνες με νούφαρα το τραίνο με μετέφερε σε ένα νέο κόσμο, στον κόσμο του "νοικοκύρη" που είναι άξιος να έχει μια δουλειά. Με συστάσεις για νέες γνωριμίες που στη συνέχεια δεν με απογοήτευσαν. Ήμουν έτοιμος να πάω ακόμα και στο Βόρειο Πόλο αρκεί να μου πρόσφεραν μια δουλειά και θα έκανα ό,τι μου ζητούσαν. Είχα μια δουλειά στην τσέπη και μάλιστα όχι στο Βόρειο Πόλο. Περιμένετε άγριοι Νορμανδοί, έρχεται ο πολιτισμένος και πολυδοξασμένος Έλληνας να σας κατακτήσει. Έρχεται ο έξυπνος και άξιος να καταπλήξει εσάς τους ιθαγενείς βόρειους με χάντρες και καθρεφτάκια που δεν φαντάζεστε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου